ομφαλόψυχοι — Καλόγεροι των μοναστηριών του Αγίου Όρους κατά τον 14o αι. Είναι γνωστοί και ως ησυχαστές ή ησυχάζοντες. Βλ. λ. ησυχαστές … Dictionary of Greek
Σινά — Χερσόνησος της Αιγύπτου, που βρίσκεται μεταξύ των κόλπων του Σουέζ και της Άκαμπα. Έχει έκταση 65 000 τ. χλμ. και στο μεγαλύτερο μέρος της είναι άνυδρη και άγονη. Ολόκληρο το νότιο τμήμα της αποτελείται από ένα κρυσταλλοπαγή ορεινό όγκο, που… … Dictionary of Greek
Kalogeri — Darstellung von Francis Beaufort, 1812 Gewässer Ägäisches Meer … Deutsch Wikipedia
Ierápetra — Gemeinde Ierapetra Δήμος Ιεράπετρας (Ιεράπετρα) DEC … Deutsch Wikipedia
Panormos (Kykladen) — Landgemeinde Panormos (1912–2010) Κοινότητα Πανόρμου (Πάνορμος) … Deutsch Wikipedia
Kalogeri (Begriffsklärung) — Kalogeri (griechisch Καλόγεροι ‚Mönche‘) bezeichnet Kalogeri, zwei Felseneilande in der Ägäis Kalogeri, drei Felsen vor der griechischen Insel Tinos auf dem Territorium der Gemeinde Panormos (Kykladen) Kalogeri, ein Dorf auf dem Gebiet der… … Deutsch Wikipedia
βιβλιοθήκη — Δημόσια ή ιδιωτική συλλογή βιβλίων ή χειρογράφων, οργανωμένη με σκοπό τη διατήρησή τους ή τη διευκόλυνση των αναγνωστών να τα συμβουλεύονται και να τα μελετούν. Ο όρος σημαίνει επίσης και τον τόπο όπου φυλάσσονται τα βιβλία, αλλά και… … Dictionary of Greek
καλόγερας — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Γεώργιος. Καταγόταν από το Αγρίνιο. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και τραυματίστηκε στη Ναύπακτο και στην Καλιακούδα. Διακρίθηκε στη μάχη του Πετροχωρίου εναντίον του Αλβανού Τσέλιο Πίτζαρη και ακολούθησε τον Δημήτριο… … Dictionary of Greek
καλόγερος — I Ονομασία δύο νησίδων οτυ Αιγαίου πελάγους. 1. Ακατοίκητη νησίδα των κεντρικών Κυκλάδων. Βρίσκεται στο στενό Φολεγάνδρου Σικίνου, κοντά στη νοτιοδυτική ακτή της Σικίνου. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Σικίνου του νομού Κυκλάδων. 2.… … Dictionary of Greek
καρναβάλι — Εορταστική περίοδος της Αποκριάς με παραδοσιακές εκδηλώσεις, όπου κυριαρχούν οι μεταμφιέσεις (μασκαρέματα). Η λέξη, όπως προκύπτει από την πιθανή ετυμολογία της (ιταλ. carne = κρέας + vale = χαίρε), σημαίνει αποχή από το κρέας. Το κ. τοποθετείται … Dictionary of Greek